Συμπαίκτες στο παιγνίδι της ζωής
Δίστρατο | Καλωσόρισμα και αποχαιρετισμός. Επανεταφή του Δημήτρη, εδώ στον γενέθλιο τόπο του στα Τζουμέρκα.
Αύγουστος 2020
Αντί επικήδειου
Σε πρώτο πρόσωπο
από τον Δημήτρη Ντάλα
Όταν ένας αγαπημένος φίλος που έφυγε, γίνεται ποτάμι κατεβασιά και κυλά μέσα στη σκέψη μας. Τα λόγια κρύβονται, τα δάκρυα δεν επιτρέπονται, τα λέει όλα η ψυχή.
Δημήτρη, πάνε τόσα χρόνια που ξεκίνησες το ανεπίστροφο ταξίδι σου, αλλά η συγκίνηση μου είναι διαρκής και παρούσα. Μου έμεινε τόση ακριβή αγάπη για σένα, τη φυλάω, κι ας ξέρω ότι δεν γίνεται να σε ξαναδώ όπως σε έζησα. Χωρίς φλύαρα λόγια θέλω σήμερα να σε αναστήσω μέσα μου, να σου μιλήσω τρυφερά, εδώ, στον αγαπημένο σου τόπο. Στην γενέτειρα σου, τη μεγάλη σου παρηγοριά και το αποκούμπι στα δύσκολα. Ισχυρός ο έρωτας με το χωριό, φίλε, αλλά ισχυρότερος ο θάνατος για όλους μας.
Είμαι βέβαιος, ότι, ετούτον τον σημερινό επαναπατρισμό πολύ τον είχες ανάγκη, όσο κι εμείς που πορευόμαστε εν ζωή. Μικραίνει αδελφέ η πατρίδα όταν χάνονται τέτοιοι άνθρωποι και αδειάζει ο τόπος. Ήθελες να βρεθείς σε χώματα ιερά ποτισμένα από αίμα και ιδρώτα προγόνων μας, που πέρασαν, έφυγαν και ξεχάστηκαν.
Φίλε, Δημήτρη. Η κοινωνική καταξίωση δεν μετριέται μόνο με τίτλους σπουδών και αξιώματα. Μετριέται με τον πήχη της ανθρωπιάς και της προσφοράς. Κι αυτό ήσουν εσύ. Ο δάσκαλος της ταπεινότητας, της κατανόησης, της φρέσκιας ιδέας, της ασίγαστης δημιουργίας. Είχες ασύλληπτη φαντασία, άμεσο καυστικό λόγο και τσαγανό. Τις μικρές σου χαρές τις έκανες μεγάλες και μας τις κοινωνούσες, όπως ένα μικρό παιδί με μεγάλη καρδιά.
Σου άρεσε πάντοτε να ακροβατείς σε τεντωμένα σχοινιά και ο επαναστάτης κυκλοφορούσε στις φλέβες σου. Ο φόβος και ο συμβιβασμός σου ήταν άγνωστες έννοιες. Ήσουν πεισματάρης, μαχητικός, σαρκαστικός, ριψοκίνδυνος, καλοσυνάτος, γελαστός και με απέραντο ευρηματικό χιούμορ.
Ο αγνός πολιτισμός που υπηρέτησες, σου οφείλει πολλά, όπως και πολλοί άνθρωποι που ευεργέτησες στα χρόνια της ζωής σου. Ήσουν έντιμος, αισιόδοξος, ευγενικός, γενναιόδωρος. Ήσουν φάρος ρεαλισμού και κοινής λογικής. Η μεγάλη σου αγωνία να ολοκληρωθεί το βακούφκο μαγαζί, αποτυπώθηκε με τετραψήφια νούμερα.
Αξεπέραστες οι ατάκες σου. Θυμάμαι σαν τώρα, που έλεγες: αν του φορέσεις του τάδε (όνομα δεν λέμε) μια κορώνα στο καπέλο θα νομίσει ότι βασιλεύει! Τα σκάγια βρίσκουν πάντα αυτούς που βρέθηκαν ψηλά! Κι ακόμη. Ήμασταν παρέα, εσύ, εγώ και ο Πάνος, εδώ, στην πλατεία, και κάναμε προετοιμασίες για το πανηγύρι. Σε φωνάζει με τρόπο ο Πάνος και σου λέει κοιτάζοντας προς το κοιμητήριο. Εγώ κι ο Ντάλας αγοράσαμε ένα οικοπεδάκι εδώ μέσα. Φτηνό είναι, θα πάρεις κι εσύ ένα να είμαστε παρέα; Έβγαλαν τα πόδια σου φωτιά τότε να εξαφανιστείς από κοντά μας. Λες, και κάτι σε έτρωγε….
Φορούσες το σεβασμό και την αγάπη για τη μανούλα σου κατάσαρκα, σαν την φανέλα. Για την οικογένεια σου που λάτρεψες, ένα αθάνατο σύμβολο θα μείνεις.
Θλίψη και μελαγχολία γεννά η απουσία σου στο χωριό μας. Η απουσία της καλοσύνης σου και της ακέραιας περπατησιάς. Την ομορφιά του να κρατήσετε Θάλεια, Ηρώ, κι αυτός θα σας το ανταποδίδει στο βάθος της συνείδησης σας. Σίγουρα δεν πρόλαβε να ακούσει και να πει όσα ήθελε. Ίσως και τα ανείπωτα. Βλέπετε δεν τα κατάφερε με το τέρας που πάλεψε. Τώρα εσείς να τα επινοήσετε και να του τα χρεώσετε ως δικά του. Να είστε πάντα υπερήφανες γι αυτόν, για τα μικρά και μεγάλα του όνειρα και έργα.
Η αδελφούλα σου Κατερίνα, φρόντισε να βρεθείς στην οικογενειακή σύναξη αγκαλιά με τον μπαμπά σου. Σε καλωσορίζω, βαστώ γερά τη μνήμη σου και οι καλύτερες αναμνήσεις που έχω μαζί σου θα γράφουν πάντα στο βιβλίο της επίγειας ζωής μας.
Μαζί Δημήτρη ταιριάζαμε πολύ γιατί φορούσαμε το ίδιο άρωμα στην ψυχή.
Φίλε, θα σε αγαπώ ες αεί.
Δημήτρης Ντάλας